Η πολιτική και χρηματοοικονομική αστάθεια και οι κυβερνοεπιθέσεις είναι οι τρεις βασικότεροι κίνδυνοι για τη ναυτιλιακή βιομηχανία σήμερα, σύμφωνα με μεγάλη έρευνα που εκπόνησε το Διεθνές Ναυτιλιακό Επιμελητήριο (ICS).
Το ναυτιλιακό βαρόμετρο (ICS Maritime Barometer Report 2022-2023) είναι η πρώτη ετήσια έρευνα πλήρους κλίμακας που εξετάζει τους παράγοντες που προκαλούν ανησυχία και αυτούς που εμπνέουν εμπιστοσύνη στους ηγέτες του κλάδου. Στην έρευνα συμμετείχαν περισσότερα από 130 στελέχη σε θέσεις λήψης αποφάσεων, οι μισοί εκ των οποίων ήταν πλοιοκτήτες και το 35% διαχειριστές πλοίων.
«Καθώς ο χρηματοοικονομικός και πολιτικός κίνδυνος έχει αυξηθεί, ιδιαίτερα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ενισχύονται και οι ανησυχίες των εταιρειών για τη δυνατότητά τους να διαχειρίζονται τέτοια θέματα», επισημαίνεται στην έρευνα. Σημειώνεται ότι το 2021, σε δοκιμαστική έρευνα του ICS, ως τρεις βασικότερες ανησυχίες είχαν ταυτοποιηθεί οι επιδημίες, η αστάθεια της εφοδιαστικής αλυσίδας και τα εμπόδια στο εμπόριο, απόρροια των προβλημάτων που είχε προκαλέσει η πανδημία στα logistics.
«Απόνερα» δύο… πολέμων
Οι παράγοντες ανησυχίας των ναυτιλιακών εταιρειών είναι κατά βάση απόρροια δύο συγκρούσεων, μίας φυσικής, αυτής ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία, και μίας ψηφιακής που προκαλείται από κακόβουλες επιθέσεις στον κυβερνοχώρο.
«Η πολιτική αστάθεια είναι πολλαπλασιαστής ρίσκου, απειλώντας με οικονομική μεταβλητότητα και μειωμένη ανάπτυξη, καθώς διαβρώνονται οι μακροχρόνιες πολιτικές, οι εμπορικές συμφωνίες και σχέσεις. Τα αποτελέσματα μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο εμπόριο και τις μεταφορές», αναφέρεται στο report του ICS, σχετικά με τον πολιτικό κίνδυνο.
«Ο αντίκτυπος του πολέμου στην Ουκρανία στις τιμές τροφίμων και ενέργειας ήταν δραματικός και παραμένει παράγοντας ανησυχίας, παρά τις πολυμερείς προσπάθειες αποκατάστασης του εμπορίου. Οι υποβόσκουσες εδαφικές διαφορές στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και η συνεχιζόμενη αστάθεια στη Νότια Ασία εδραιώθηκαν περισσότερο, απειλώντας το εμπόριο σε κάθε περιοχή», συμπληρώνουν οι μελετητές.
Μάλιστα, όσοι απάντησαν στην έκθεση έχουν «μερική» αυτοπεποίθηση για τη διαχείριση του πολιτικού κινδύνου.
Χρηματοοικονομικά αγκάθια
Όσο για τον χρηματοοικονομικό παράγοντα, η έκθεση αναφέρει πως ήταν πολλά τα σχετικά προβλήματα που παρουσιάστηκαν διεθνώς: Η αύξηση του κόστους ζωής, τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους, οι πιθανές κρατικές χρεοκοπίες, οι μειωμένες κυβερνητικές δαπάνες, τα «απόνερα» του πολέμου στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις της πανδημίας.
«Δεδομένου του όγκου των αγαθών που μεταφέρονται διά θαλάσσης, οι οικονομικές τάσεις στη ναυτιλία ενδέχεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στους καταναλωτές. Παρότι πολλοί παράγοντες επηρεάζουν την τιμή των καταναλωτικών αγαθών, θα ήταν σημαντικό για τη ναυτιλία να αξιοποιήσει τον ρόλο της ως κορυφαίου μέσου μεταφοράς παγκοσμίως στις συζητήσεις με τις εθνικές αρχές», αναφέρεται στην έρευνα.
Σημειώνεται πάντως ότι τα στελέχη έχουν «υψηλή» αυτοπεποίθηση για την αντιμετώπιση των χρηματοοικονομικών κινδύνων.
O τρίτος παράγοντας ανησυχίας είναι ψηφιακός. «Καθώς η ναυτιλία αξιοποιεί ευρύτερα ψηφιακές λύσεις, η πιθανότητα και ο κίνδυνος κυβερνοεπιθέσεων αυξάνεται», υπογραμμίζει το ICS. Τα «ατυχήματα» στον κυβερνοχώρο καταγράφηκαν ως η νούμερο 1 απειλή διεθνώς και σε σχετική έρευνα της Allianz. «Η έκθεση στον κυβερνοχώρο θα αυξηθεί εάν δεν εφαρμοστούν ισχυρά παγκόσμια πρότυπα», τονίζεται στη μελέτη.
Ανησυχητικό εύρημα είναι ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες έχουν «μερική» αυτοπεποίθηση για την ικανότητα της ναυτιλίας να περιορίσει τις επιπτώσεις των κυβερνοεπιθέσεων.
«Πράσινος» πονοκέφαλος
Ένα μεγάλο κομμάτι της έρευνας του ICS αφιερώθηκε στις προσπάθειες της ναυτιλιακής βιομηχανίας να απαλλαγεί από τον άνθρακα. Η ανάλυση κατέδειξε ότι οι κανονισμοί, οι απαιτήσεις επενδύσεων και τα μέτρα τιμολόγησης του άνθρακα είναι τα τρία ζητήματα με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στη διαδικασία της απανθρακοποίησης, με τους συμμετέχοντες να έχουν πάντως υψηλή αυτοπεποίθηση για τη διαχείρισή τους από τις εταιρείες.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η αναφορά στις περιφερειακές ή ακόμη και εθνικές περιβαλλοντικές πολιτικές, όπως το Σύστημα Εμπορίας Ρύπων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EU ETS) και άλλα σχήματα που βρίσκονται υπό εξέταση στη Ν. Κορέα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ιαπωνία και τις ΗΠΑ.
Διάσταση απόψεων για τα ορυκτά και τα εναλλακτικά καύσιμα
Παρότι ένα σημαντικό τμήμα όσων απάντησαν στην έρευνα του ICS εκτιμά ότι τα ορυκτά καύσιμα θα αποτελέσουν σταδιακά παρελθόν βραχυπρόθεσμα, το 40% περίπου των συμμετεχόντων πιστεύει ότι η χρήση τους θα συνεχιστεί μεσοπρόθεσμα, ενώ το 27% βλέπει και μακροπρόθεσμη αξιοποίησή τους (26-35 χρόνια). «Αυτό υποδηλώνει μια ασυμφωνία μεταξύ των ναυτιλιακών ηγετών για τον χρόνο διαθεσιμότητας των καυσίμων και τεχνολογιών μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα», αναφέρεται στη μελέτη. Εξετάζοντας κάθε επιλογή καυσίμου ξεχωριστά, η έρευνα συμπεραίνει ότι το LNG, η υβριδική πρόωση και το LPG είναι οι τρεις άμεσα διαθέσιμες λύσεις για τα πλοία (σε βάθος 0-5 ετών). Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο (6-15 χρόνια) προκρίνεται ως βασική λύση η αμμωνία και έπονται το υδρογόνο, τα βιοκαύσιμα και η μεθανόλη.
Ένα ενδιαφέρον εύρημα είναι η αυξανόμενη στήριξη στην αιολική ενέργεια (ως συμπλήρωμα σε άλλες λύσεις). Παρότι σε προηγούμενη έρευνα κατατασσόταν στην τελευταία θέση ανάμεσα στα εναλλακτικά καύσιμα, τώρα φαίνεται βιωσιμότερη λύση από το LPG και την πυρηνική ενέργεια.
Όπως εξηγούν οι μελετητές, «η αυξανόμενη προθυμία να εξεταστούν η αιολική πρόωση και οι υβριδικές λύσεις της αποδίδεται στην αστάθεια του κόστους των καυσίμων που σχετίζεται με τη συνεχιζόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τις ολοένα και πιο αυστηρές απαιτήσεις για τις εκπομπές ρύπων, αλλά και στα αποδεδειγμένα εφαρμόσιμα σχέδια αιολικής πρόωσης που εισήλθαν στην αγορά από τα τέλη του 2022».
Τέλος, επισημαίνεται ότι και η πυρηνική ενέργεια τυγχάνει πλέον
μεγαλύτερης προσοχής, συγκριτικά με το 2021, με τους ερωτηθέντες να βλέπουν τη χρήση της μεσοπρόθεσμα ή ακόμη και βραχυπρόθεσμα.
Γιώργος Γεωργίου naftemporiki.gr